Σάββατο 14 Μαρτίου 2020

Κρατική εξάρτηση. Το 67% του Ελληνικού πληθυσμού, βασίζεται στην φορολόγηση των υπολοίπων. (Ανάλυση, γραφήματα)



Του Justin Murray
Απόδοση/επιμέλεια: Ευθύμης Μαραμής
Η Ελλάδα παραμένει σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση. Μεγάλο μέρος της συζήτησης παρουσιάζει την εικόνα ότι η Ελλάδα βρίσκεται μόνο μια αναδιάρθρωση χρέους μακριά από πιθανή βιώσιμη ανάπτυξη. Ωστόσο, αν δεν κατανοήσουμε το γιατί εξ αρχής εισήλθε σε αυτά τα χάλια η χώρα και χωρίς να εντοπίσουμε τη βασική αιτία που δημιούργησε μια υπερχρεωμένη κοινωνία, κάθε σχέδιο ή λύση θα έχει μεγάλη πιθανότητα αποτυχίας. Για να εντοπίσουμε τη ρίζα της αιτίας, θα αναπτύξουμε μια εντελώς νέα μετρική μέθοδο που ονομάζεται «επικρατούσα δημόσια εξάρτηση» και θα αναλύσουμε με αυτήν το δομικό πρόβλημα της χώρας.

Οι δείκτες απασχόλησης δεν λένε όλη την αλήθεια

Το κύριο πρόβλημα της Ελλάδας ερμηνεύεται απλά από πραξεολογικής άποψης – παίρνεις περισσότερα από αυτά που παρέχεις και λιγότερα από αυτά που φορολογείς. Η Ελλάδα, όντας έθνος με υψηλότατους φορολογικούς συντελεστές για τον παραγωγικό κόσμο και υψηλό ποσοστό επιχορήγησης στην κρατική συνδρομή, δημιουργεί έναν πληθυσμό ο οποίος προτιμά περισσότερο τη δημόσια βοήθεια, ενώ απομακρύνεται από την παραγωγική διαδικασία.
Το πρόβλημα με αυτό είναι ότι τα στοιχεία δεν αντικατοπτρίζουν, στην επιφάνεια, αυτή την υπόθεση. Υπολογίζοντας τις μέσες ετήσιες ώρες εργασίας, η Ελλάδα βρίσκεται στην πραγματικότητα πολύ πιο ψηλά από χώρες με χαμηλότερες κρατικές επιδοτήσεις και χαμηλότερους φόρους:

Εάν ήταν αλήθεια ότι οι υψηλότεροι φόροι αποθαρρύνουν την εργασία, τότε η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να παρουσιάζει περισσότερες ώρες εργασίας από ό, τι έθνη με πολύ χαμηλότερη φορολογία όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Καναδάς. Αυτός ο δείκτης θα χαρακτήριζε επίσης τη Γερμανία ως μια φτωχή χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι ως την ισχυρότερη οικονομική δύναμη. Ακόμη και έθνη όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, που παρουσιάζονται με αρνητικά στερεότυπα ως οκνηρά, κατατάσσονται και τα δύο πάνω από τη Γερμανία σε ώρες εργασίας, αλλά υποφέρουν οικονομικά.
Το πρόβλημα με τους δείκτες είναι ότι αυτοί οι αριθμοί αναφέρονται μόνο σε εκείνους που απασχολούνται ενεργά και δεν μας δίνουν την εικόνα για τη γενική κατάσταση της απασχόλησης. Ακόμη και άλλοι δείκτες, όπως αυτοί που δείχνουν τα ποσοστά συμμετοχής του εργατικού δυναμικού, δεν αποτυπώνουν πλήρως την εικόνα. Αυτό που χρειάζεται είναι μια νέα μέθοδος μέτρησης που προσδιορίζει αποτελεσματικά τον πυρήνα της δυνητικής ανάπτυξης και της ευημερίας ενός έθνους.

Κάποιος πληρώνει δια αυθαίρετης φορολόγησης, τις παροχές και τις κυβερνητικές υπηρεσίες.

Σε αυτό το σημείο έρχεται η μέτρηση της «επικρατούσας κρατικής εξάρτησης». Τελικά, σε ένα σύγχρονο έθνος, σε όλους τους πολίτες διατίθενται τα βασικώς απαραίτητα για τη ζωή με τον ένα η άλλο τρόπο. Η μαζική λιμοκτονία, η έλλειψη στέγης και οι ασθένειες, δεν αποτελούν σε γενικές γραμμές ισχυρές επικρατούσες συνθήκες στα σύγχρονα έθνη. Ουσιαστικά, σχεδόν κάθε πολίτης λαμβάνει τρόφιμα, φάρμακα και στέγαση από κάπου.
Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε την πηγή αυτών των πόρων. Και η πηγή αυτή, είναι οι ενεργοί απασχολούμενοι κάθε εξεταζόμενου συγκεκριμένου έθνους, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για να παράσχουν τους πόρους σε όλα τα υπόλοιπα άτομα. Στα άτομα τα οποία δεν απασχολούνται με οικονομικά παραγωγικές δραστηριότητες και στα άτομα που αμείβονται υψηλά ως απασχολούμενοι στον δημόσιο τομέα. Σε κάθε σύγχρονη χώρα, οι πόροι αυτοί παρέχονται κατά κύριο λόγο μέσω κρατικών γραφειοκρατικών οργανισμών και χρηματοδοτούνται από την φορολόγηση των υπαρχόντων εργαζομένων.

Πως να βρεθεί το ποιος πληρώνει

Πρώτον, πρέπει να προσδιορίσουμε τον υπάρχοντα οικονομικά ενεργό πληθυσμό ενός έθνους. Στη συνέχεια, απομακρύνουμε όλους τους κρατικούς υπαλλήλους για να αποκτήσουμε το προσαρμοσμένο παραγωγικό εργατικό δυναμικό. Μπορεί να υπάρξει ένσταση πως ορισμένα επαγγέλματα, όπως η διδασκαλία, οι νοσηλευτές, η η πυροσβεστική, δεν πρέπει να ταξινομούνται ως μη παραγωγικό εργατικό δυναμικό. Αλλά, εμείς σχεδιάζουμε ένα μετρικό μοντέλο, όπου οι μισθοί αυτών των ανθρώπων δεν καλύπτονται από τους άμεσους δικαιούχους τους, αλλά πληρώνονται μέσω φορολογικής διασποράς.
Τέλος, αυτός ο παραγωγικός πληθυσμός κατανέμεται στον συνολικό πληθυσμό του έθνους, ώστε να προσδιοριστεί το πόσα άτομα υποστηρίζει με τους φόρους του ο κάθε εργαζόμενος στη χώρα του. Για να εξαλειφθεί η όποια προκατάληψη εις βάρος των συζύγων και των παιδιών που δεν εργάζονται, το μέσο μέγεθος του νοικοκυριού αφαιρείται από αυτό το αποτέλεσμα, ώστε να εξαχθεί ο τελικός αριθμός ατόμων που υποστηρίζονται με φόρους από τον εργαζόμενο, χωρίς να υπολογίζεται η οικογένεια του εργαζομένου. Με άλλα λόγια, πόσα άγνωστα για τον εργαζόμενο άτομα, υποστηρίζονται με τους φόρους του;
Η μέτρηση της «επικρατούσας κρατικής εξάρτησης» κάνει πολύ καλύτερη δουλειά στην πρόβλεψη οικονομικής επίδοσης:

Κάθε εργαζόμενος, πρέπει να συντηρήσει 6 άτομα πέραν της οικογένειας του 

Η Ελλάδα, ένα έθνος με τεράστιο πρόβλημα χρέους, προσδοκά πως κάθε εργαζόμενος θα υποστηρίξει με τους φόρους του 6,1 άλλους ανθρώπους πέραν της οικογένειας του.
Αυτό εξηγεί το μεγάλο μέρος της πίεσης και της ανάγκης πολύωρης εργασίας και εξηγεί επίσης τα ασταθή φορτία χρέους. Δεδομένου ότι ένας Έλληνας εργαζόμενος, δεν μπορεί να αναμένεται ότι θα υποστηρίξει κάτι που αντιστοιχεί αριθμητικά σε μια πλήρη ομάδα Μπέιζμπολ με τον μισθό του, η διαφορά καλύπτεται από το ελληνικό δημόσιο χρέος.
Ένα χρέος που το υποκείμενο κοινωνικό σύστημα δεν μπορεί να αναμένει πως θα αποπληρώσει, καθώς τα κίνητρα και οι τάσεις πιέζουν να διατηρηθεί το σημερινό σύστημα αναδιανομής, κρατικών επιδοτήσεων, δαπανών, επενδύσεων και παρεμβατικότητας. Για να καταδείξουμε πόσο δύσκολο είναι να αλλάξουν αυτά τα συστήματα μέσα σε μια δημοκρατική κοινωνία, δεν έχουμε παρά να εξετάσουμε το ποσοστό του πληθυσμού που εξαρτάται από την κρατική επιδότηση:

Πολύ δύσκολο να αλλάξουν οι σοσιαλιστικές κοινωνίες

Οι αριθμοί καταδεικνύουν ότι για το 67% του πληθυσμού της Ελλάδας, υφίσταται εξ ολοκλήρου εξάρτηση για τα εισοδήματα του από την ελληνική κυβέρνηση. Με μια τέτοια συντριπτική πλειοψηφία, η αλλαγή αυτού του σοσιαλιστικού συστήματος με δημοκρατική διαδικασία είναι αδύνατη. Το 67% του πληθυσμού, έχει ισχυρά κίνητρα να συνεχίσει να ψηφίζει κατά τρόπο που θα αναγκάζει το υπόλοιπο 33% – αλλά και ξένους φορείς – να καλύπτουν τα έξοδα διαβίωσής του.
Πώς αντικατοπτρίζεται αυτό το ποσοστό στο ΑΕΠ; Παρόλο που το ΑΕΠ δεν είναι τέλειο μοντέλο μέτρησης, εξακολουθεί να είναι το καλύτερο διαθέσιμο για τον εντοπισμό της υγιούς οικονομικής ανάπτυξης. Κάθε έθνος που έχει παραβιάσει το 50% του ορίου κρατικής εξάρτησης, παρουσιάζει επίσης κακές επιδόσεις οικονομικής ανάπτυξης. Πολλά έθνη πλησιάζουν επικίνδυνα να ξεπεράσουν την πλειοψηφία του πληθυσμού, όντας βασισμένα σε κάποια μορφή κρατικής εξάρτησης και διαβίωσης μέσω αυθαίρετης αναδιανομής κερδών άλλων ανθρώπων.
Τι μας λέει αυτό; Ένα έθνος που επιτρέπει στους πολίτες του να παραμένουν αδρανείς και να αναμένουν την υποστήριξη ενός άλλου παραγωγικού εργαζόμενου, θα υπονομεύσει τελικά την ικανότητά του να διατηρηθεί υγιής η οικονομία (η οποία ακριβώς αναμένεται να συντηρήσει τους αποδέκτες δημόσιων πόρων). Τα έθνη που δεν έχουν τη δομή να αποτρέψουν τη χρήση κρατικών επιδοτήσεων, δαπανών, επενδύσεων, ή προσλαμβάνουν πολλούς και αυθαίρετα υψηλά αμειβόμενους – σε σχέση με την οικονομική κατάσταση της χώρας – εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα, θα βρουν εμπόδια στην οικονομική τους ανάπτυξη. Αν όλα αυτά επεκταθούν σημαντικά, θα επέλθει ύφεση και οικονομικός μαρασμός.
Ωστόσο, οι κρατικοί οργανισμοί δεν είναι σε θέση να δημιουργήσουν αυτές τις διασφαλίσεις που είναι απαραίτητες για να εξασφαλίσουν ότι όσο το δυνατόν λιγότεροι άνθρωποι θα συμμετέχουν σε προγράμματα κρατικής επιδότησης, δαπάνης και «επένδυσης».
Οι κυβερνητικοί οργανισμοί έχουν, στην πραγματικότητα, σχεδιαστεί για να αυξάνουν το δίκτυο απασχόλησης του δημόσιου τομέα. Να χρηματοδοτούν με φόρους τις καταναγκαστικές κρατικές επενδύσεις και τις επιδοτήσεις.
Το εκπαιδευτικό σύστημα διδάσκει «οικονομικά» κρατικής παρέμβασης. Η δομή ενός κράτους, είναι θεμελιωμένη στο να προκαλεί εξάρτηση στην κοινωνία. Για όσο διάστημα υφίσταται αυτή η κοινωνική δομή, οι πιθανότητες ότι μια χρεοκοπία και αναδιάρθρωση θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σταθερή ανάκαμψη την Ελλάδα, είναι εξαιρετικά χαμηλές.

***

Παραπομπές:
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου MisesIn Greece, Reliance on Public Funds Is the Central Problem.