Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Ελευθερία και Δυτικός πολιτισμός

 Οι επικριτές της νομικής και συνταγματικής έννοιας της Ελευθερίας και των θεσμών που επινοήθηκαν για την πρακτική υλοποίησή της ,έχουν  δίκιο όταν ισχυρίζονται ότι η Ελευθερία  από την αυθαίρετη δράση από μέρους των αξιωματούχων δεν αρκεί από μόνη της για να κάνει ελεύθερο ένα άτομο.

 Τονίζοντας όμως, αυτή την αναμφισβήτητη αλήθεια, κρούουν  ανοιχτές θύρες. Γιατί κανένας υπέρμαχος της Ελευθερίας δεν υποστήριξε  ποτέ ότι ο περιορισμός της αυθαιρεσίας των αρχών  είναι το μόνο που χρειάζεται για να γίνουν ελεύθεροι οι  πολίτες. Αυτό που δίνει στα άτομα  όση Ελευθερία είναι συμβατή με τη ζωή σε κοινωνία είναι η λειτουργία της οικονομίας της αγοράς.  Τα συντάγματα και  οι χάρτες δικαιωμάτων , δεν δημιουργούν την Ελευθερία. Απλώς προστατεύουν την ελευθερία που δίνει στα άτομα το ανταγωνιστικό οικονομικό σύστημα ενάντια σε καταπατήσεις από μέρους της αστυνομικής εξουσίας.

 Στην οικονομία της αγοράς,  οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία  να προσπαθούν για τη θέση στην οποία θέλουν να φτάσουν μέσα στη δομή του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Είναι ελεύθεροι να επιλέγουν το επάγγελμα από το οποίο σχεδιάζουν να υπηρετήσουν τους συνανθρώπους τους. Σε μία σχεδιασμένη οικονομία, δεν έχουν αυτό το δικαίωμα. Εκεί οι αρχές, καθορίζουν την απασχόληση του καθενός.

 Η ελεύθερη βούληση των ανωτέρων προάγει έναν άνθρωπο σε μία καλύτερη θέση ή   του αρνείται  μια τέτοια προαγωγή. Το άτομο εξαρτάται απολύτως από την καλή προαίρεση των κυβερνώντων. Στον καπιταλισμό όμως καθένας είναι ελεύθερος να αμφισβητήσει τα κατεστημένα συμφέροντα καθενός  αλλού. Αν  νομίζει ότι έχει την ικανότητα  να προμηθεύει το κοινό καλύτερα ή  φθηνότερα από τους άλλους, μπορεί να δοκιμάσει να αποδείξει  την αποτελεσματικότητά του. Η έλλειψη κονδυλίων  δεν μπορεί να ματαιώσει τα σχέδιά του. Γιατί οι καπιταλιστές αναζητούν πάντα ανθρώπους που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα κονδύλια τους με τον πιο επικερδή τρόπο. Το αποτέλεσμα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων  ενός ανθρώπου εξαρτάται αποκλειστικά από τη συμπεριφορά των καταναλωτών  πού αγοράζουν ότι τους αρέσει περισσότερο.

 Ούτε και ο εργαζόμενος υπόκειται στην αυθαιρεσία του εργοδότη του. Ένας επιχειρηματίας ο οποίος αποτυγχάνει να προσλάβει εκείνους τους εργαζόμενους που είναι οι  καταλληλότεροι για μία θέση και να τους πληρώσει αρκετά ώστε να τους εμποδίσει να βρούνε αλλού δουλειά τιμωρείται με μείωση των καθαρών εσόδων του.

 Ο εργοδότης δεν κάνει χάρη στους εργαζόμενους του. Τους προσλαμβάνει ως απαραίτητο μέσο για την επιτυχία της επιχείρησης του με τον ίδιο τρόπο που αγοράζει πρώτες ύλες και εργοστασιακό εξοπλισμό. Ο εργαζόμενος  είναι ελεύθερος  να βρει τη δουλειά που του ταιριάζει περισσότερο.

 Η διαδικασία της κοινωνικής επιλογής  που καθορίζει τη θέση και το εισόδημα  κάθε  ανθρώπου  συνεχίζεται διαρκώς στην οικονομία της αγοράς. Μεγάλες περιουσίες  συρρικνώνονται και τελικά χάνονται εντελώς ενώ άλλοι άνθρωποι γεννημένοι  μέσα στη φτώχεια  ανέρχονται σε εξέχουσες θέσεις και αποκτούν σημαντικά εισοδήματα.

Όπου δεν υπάρχουν προνόμια και όπου οι κυβερνήσεις δεν παρέχουν  προστασία σε κατεστημένα συμφέροντα , τα οποία απειλεί η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των νεοφερμένων, όσοι  έχουν αποκτήσει πλούτο στο παρελθόν είναι αναγκασμένοι να τον αποκτούν ξανά και ξανά κάθε μέρα, ανταγωνιζόμενοι όλους τους άλλους.

 Στο πλαίσιο της κοινωνικής συνεργασίας υπό τον καταμερισμό της εργασίας, καθένας εξαρτάται από την αναγνώριση των υπηρεσιών του από μέρος του αγοραστικού κοινού στο οποίο ανήκει και ο ίδιος. Αγοράζοντας ή αποφεύγοντας να αγοράσει, καθένας  είναι μέλος του ανώτατου δικαστηρίου πού αποδίδει σε όλους -άρα και στον ίδιο- μία καθορισμένη θέση στην κοινωνία. Καθένας , έχει έναν ρόλο να παίξει στην διαδικασία που αποφέρει σε κάποιους μεγαλύτερο και σε άλλους μικρότερο εισόδημα. Καθένας, είναι ελεύθερος να κάνει μία συνεισφορά στην οποία οι συνάνθρωποί του είναι πρόθυμοι να ανταμείψουν ,αποφέροντας του μεγαλύτερο εισόδημα. Ελευθερία στον καπιταλισμό σημαίνει: να μην εξαρτάσαι περισσότερο από την προαίρεση των άλλων από ότι οι άλλοι εξαρτώνται από τη δική σου. Καμία άλλη ελευθερία δεν είναι νοητή,  όπου η παραγωγή διεξάγεται κάτω από τον καταμερισμό της εργασίας και όπου δεν υπάρχει τέλεια οικονομική αυτάρκεια όλων.

 Δεν είναι ανάγκη να τονίσουμε ότι το βασικό επιχείρημα που προβάλλεται υπέρ του καπιταλισμού και κατά του σοσιαλισμού δεν είναι το γεγονός ότι ο σοσιαλισμός πρέπει κατά ανάγκην να καταργεί κάθε ίχνος Ελευθερίας και να μετατρέπει όλους τους ανθρώπους σε σκλάβους των κυβερνώντων. Ο σοσιαλισμός είναι ανέφικτος ως οικονομικό σύστημα διότι μία σοσιαλιστική κοινωνία δεν θα είχε καμία δυνατότητα να καταφύγει στον οικονομικό υπολογισμό. Για αυτό ακριβώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ένα σύστημα οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας. Είναι ένα μέσο για να διαλυθεί η κοινωνική συνεργασία και για να επέλθει φτώχεια και χάος.

Όταν ασχολείται κανείς με το ζήτημα της ελευθερίας, δεν αναφέρεται στο βασικό οικονομικό πρόβλημα του ανταγωνισμού μεταξύ, καπιταλισμού και σοσιαλισμού. Επισημαίνει μάλλον ,ότι ο Δυτικός άνθρωπος, σε αντίθεση με τους Ασιάτες, είναι εξ ολοκλήρου ένα ον προσαρμοσμένο στη ζωή εν Ελευθερία  και διαμορφωμένο από τη ζωή εν Ελευθερία. Οι πολιτισμοί της Κίνας ,της Ιαπωνίας, της Ινδίας και των μουσουλμανικών χωρών της εγγύς Ανατολής ,όπως υπήρχαν πριν τα έθνη αυτά γνωρίσουν τους δυτικούς τρόπους ζωής, ασφαλώς δεν μπορούν να απορριφθούν ως βάρβαροι. Οι λαοί αυτοί, ήδη πριν από εκατοντάδες,  ακόμα και χιλιάδες χρόνια, σημείωσαν θαυμαστά επιτεύγματα στις βιομηχανικές τέχνες, την αρχιτεκτονική, τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, και την ανάπτυξη εκπαιδευτικών θεσμών. Εγκαθίδρυσαν και οργάνωσαν ισχυρές αυτοκρατορίες. Έπειτα όμως, η προσπάθειά τους διακόπηκε, οι πολιτισμοί τους έγιναν απολιθωμένοι και ληθαργικοί, και έχασαν την ικανότητα να αντεπεξέρχονται επιτυχώς στα οικονομικά προβλήματα. Η πνευματική και η καλλιτεχνική τους ιδιοφυΐα ,εξανεμίστηκε. Οι καλλιτέχνες και συγγραφείς τους ,αντέγραφαν απροκάλυπτα τα παραδοσιακά μοντέλα. Οι θεολόγοι οι φιλόσοφοι και οι νομομαθείς τους, επιδίδονταν σε ομοιόμορφους υπομνηματισμούς παλιών έργων. Τα μνημεία που είχαν ανεγείρει οι πρόγονοι τους, κατέρρευσαν. Οι αυτοκρατορίες τους διαλύθηκαν. Οι πολίτες τους έχασαν τη ρώμη και την ενεργητικότητά τους, και έγιναν απαθείς μπροστά στην προϊούσα παρακμή και φτωχοποίηση.

 Τα αρχαία έργα της Ανατολικής φιλοσοφίας και  ποίησης  μπορούν να συγκριθούν με τα πολυτιμότερα έργα της Δύσης.  Για πολλούς αιώνες όμως, η Ανατολή δεν παρήγαγε κανένα σημαντικό βιβλίο. Η διανοητική και η λογοτεχνική ιστορία των νεότερων χρόνων δεν αναφέρει σχεδόν κανένα όνομα ανατολικού συγγραφέα. Η Ανατολή δεν συνεισέφερε πλέον τίποτα στην πνευματική προσπάθεια της ανθρωπότητας. Τα προβλήματα και οι έριδες που  συγκλόνισαν τη δύση παρέμειναν άγνωστα στην Ανατολή. Στην Ευρώπη είχαμε κοσμοϊστορικές αλλαγές, στην Ανατολή μόνο τελματώση,οκνηρία και αδιαφορία.


 Ο λόγος είναι προφανής. Η Ανατολή στερούνταν το πρωταρχικό: την ιδέα της ελευθερίας από το κράτος. Η Ανατολή ποτέ δεν Σήκωσε το λάβαρο της ελευθερίας, ποτέ δεν προσπάθησε να τονίσει τα δικαιώματα του ατόμου έναντι της εξουσίας των αρχόντων. Ποτέ δεν αμφισβήτησε την αυθαιρεσία των δυναστών. Και κατά συνέπεια, ποτέ δεν θέσπισε το νομικό πλαίσιο που θα προστάτευε τον πλούτο των ιδιωτών πολιτών από την δήμευσή του από τους τυράννους. Αντιθέτως , πλανεμένοι από την ιδέα ότι η περιουσία των πλουσίων είναι η αιτία της ένδειας των φτωχών, όλοι ενέκριναν την πρακτική των κυβερνώντων να  απαλλοτριώνουν τους επιτυχημένους επιχειρηματίες. Έτσι εμποδίστηκε η συσσώρευση κεφαλαίου σε μεγάλη κλίμακα, και τα έθνη μοιραία έχασαν όλες εκείνες τις βελτιώσεις οι οποίες απαιτούν σημαντικές επενδύσεις κεφαλαίου. Δεν μπορούσε να αναπτυχθεί αστική τάξη και επομένως δεν υπήρχε κοινό για να ενθαρρύνει και να προστατεύει συγγραφείς, καλλιτέχνες και εφευρέτες. Στους γιους των ανθρώπων ,όλοι οι δρόμοι προσωπικής διάκρισης ήταν κλειστοι, εκτός από έναν. Μπορούσαν να προσπαθήσουν να ανελιχθούν στην υπηρεσία των ηγεμόνων. Η Δυτική κοινωνία ήταν μία κοινότητα ατόμων που μπορούσαν να ανταγωνίζονται το ένα το άλλο για τα υψηλότερα έπαθλα. Η Ανατολική κοινωνία ήταν ένα άθροισμα υπηκόων απολύτως εξαρτημένων από την καλή προαίρεση των μοναρχών. Οι αφυπνισμένη νεολαία της Δύσης βλέπει τον κόσμο σαν ένα πεδίο δράσης το οποίο μπορεί να κερδίσει φήμη, κρίσεις, τιμές και πλούτο. Τίποτα δεν φαντάζει υπερβολικά δύσκολο για τις φιλοδοξίες της. Οι πειθήνιοι γόνοι των ανατολικών οικογενειών δεν γνωρίζουν τίποτε άλλο από το να ακολουθούν τη ρουτίνα του περιβάλλοντός τους. Η ευγενής αυτοπεποίθησή του Δυτικού ανθρώπου βρήκε θριαμβευτική έκφραση σε διθυράμβους όπως ο χορικός ύμνος της Αντιγόνης του Σοφοκλή, στον άνθρωπο και την ενεργητική του προσπάθεια ή η 9η Συμφωνία του Μπετόβεν. Τίποτα παρόμοιο δεν έχει ακουστεί ποτέ στην Ανατολή. 

Είναι δυνατόν οι βλαστοί των δημιουργών του πολιτισμού του λευκού ανθρώπου να απαρνηθούν την ελευθερία τους και να παραδοθούν αυτοβούλως στην εξουσία μιας παντοδύναμης Κυβέρνησης; 

Να αρκεστούν σε ένα σύστημα στο οποίο το μόνο τους καθήκον θα είναι να υπηρετούν σαν γρανάζια σε μία τεράστια μηχανή που έχει σχεδιάσει και χειρίζεται ένας Παντοκράτορας σχεδιαστής; 

Είναι δυνατόν η νοοτροπία των οπισθοδρομικών πολιτισμών να σαρώσει τα ιδεώδη εκείνα για την επικράτηση των οποίων χιλιάδες επι  χιλιάδων θυσίασαν τη ζωή τους;

 "Ruere in servitum"," βούλιαξαν στη σκλαβιά",  παρατηρούσε Με θλίψη ο Τάκιτος για τους Ρωμαίους της εποχής του Τιβέριου.

Ludwig Von Mises,"The Anticapitalistic
 Mentality"


Παρασκευή 7 Αυγούστου 2020

Ο μύθος των «παλιών καλών εποχών» πριν τον καπιταλισμό

Ο μύθος των «παλιών καλών εποχών» πριν τον καπιταλισμό


Μία συνηθισμένη κριτική που ασκείται στην ελεύθερη αγορά και στην ελεύθερη καπιταλιστική κοινωνία (ιδιαίτερα μεταξύ των διανοουμένων που, εμφανώς, δεν είναι χειρώνακτες τεχνίτες ή αγρότες) είναι ότι, σε αντίθεση με τους «ευτυχισμένους» χειρώνακτες τεχνίτες και τους «ευτυχισμένους» αγρότες του μεσαίωνα, η ελεύθερη αγορά έχει «αλλοτριώσει» τον άνθρωπο από την εργασία του, από τους συναδέλφους του και του έκλεψε την «αίσθηση του ανήκειν». Η κοινωνία του Μεσαίωνα θεωρείται ξανά ως χρυσή εποχή, όταν όλοι ήταν σίγουροι για τη θέση τους στη ζωή, όταν οι τεχνίτες έφτιαχναν ολόκληρο το παπούτσι αντί να συμβάλουν απλά σε ένα μέρος της παραγωγής του και όταν αυτοί οι «ολοκληρωμένοι» εργάτες  ήταν συνδεδεμένοι με μια αίσθηση ότι ανήκουν στην υπόλοιπη κοινωνία.


Η πραγματικότητα για τη ζωή στον μεσαίωνα

Κατ’ αρχήν, η κοινωνία του μεσαίωνα δεν ήταν ασφαλής, δεν ήταν μια σταθερή, αμετάβλητη ιεραρχία στάτους. Υπήρχε ελάχιστη πρόοδος, αλλά υπήρχαν πολλές αλλαγές. Διαμένοντας σε ομάδες τοπικής αυτάρκειας, που χαρακτηρίζονταν από χαμηλό βιοτικό επίπεδο, οι άνθρωποι απειλούνταν πάντα από την πείνα. Και λόγω της σχετικής απουσίας του εμπορίου, δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί ένας λιμός σε μια περιοχή αγοράζοντας τρόφιμα από μια άλλη περιοχή. Η απουσία λιμών στην καπιταλιστική κοινωνία δεν είναι τυχαία σύμπτωση.
Δεύτερον, λόγω του χαμηλού επιπέδου διαβίωσης, πολύ λίγα μέλη του πληθυσμού ήταν αρκετά τυχερά ώστε να γεννηθούν με το στάτους του «ευτυχισμένου» τεχνίτη. Κάποιος, θα μπορούσε να είναι πραγματικά ευτυχισμένος και ασφαλής στην εργασία του, μόνο εάν ήταν τεχνίτης του Βασιλιά ή κάποιου ευγενή (οι οποίοι βέβαια είχαν κερδίσει το υψηλό στάτους τους με την καθόλου ευτυχή πρακτική της αδιάκοπης βίας επί της μάζας του υπό εκμετάλλευση πληθυσμού). Όσο για τον κοινό δουλοπάροικο, αναρωτιέται κανείς αν, μέσα στη φτώχεια, την υποδούλωση και την υποτυπώδη ύπαρξη του, είχε αρκετό ελεύθερο χρόνο για να εξετάσει τις υποτιθέμενες χαρές της σταθερής θέσης του και την «αίσθηση του ανήκειν». Και αν ένας οι δύο δουλοπάροικοι δεν επιθυμούσαν να «ανήκουν» στον χωροδεσπότη ή στον αφέντη τους, βέβαια, τους επέβαλαν να «ανήκουν» με τη βία.
Πέρα από αυτούς τους συλλογισμούς, υπήρχε ένα άλλο πρόβλημα το οποίο δεν μπορούσε να υπερνικήσει η κοινωνία του μεσαίωνα και που στην πραγματικότητα συνέβαλε σημαντικά στη διάσπαση των φεουδαρχικών και μερκαντιλιστικών δομών της εποχής προ του καπιταλισμού. Αυτό ήταν η αύξηση του πληθυσμού. Αν στον καθένα έχει ανατεθεί ένας καθορισμένος και κληρονομικός ρόλος στη ζωή, πώς μπορεί να προσαρμοστεί σε αυτό το σχήμα κοινωνικής οργάνωσης ένας αυξανόμενος πληθυσμός; Πού πρέπει να κατανεμηθεί αυτός ο πληθυσμός, τι πρέπει να του ανατεθεί και ποιος πρόκειται να κάνει την κατανομή και την ανάθεση; Και όπου κατανεμηθεί αυτός ο πληθυσμός, πώς μπορούν να εμποδιστούν αυτοί οι νέοι άνθρωποι από το να διαταράξουν ολόκληρο το παραδοσιακό δίκτυο των καθορισμένων στάτους;
Εν συντομία, είναι ακριβώς στη σταθερή, μη καπιταλιστική κοινωνία του στάτους, όπου είναι διαρκώς παρόν το Μαλθουσιανό πρόβλημα – στην πιο άσχημη μορφή του – και όπου πρέπει να τεθούν σε ισχύ οι Μαλθουσιανοί πληθυσμιακοί «έλεγχοι». Μερικές φορές ο «έλεγχος» του πληθυσμού ασκείται με φυσικό τρόπο από λιμοκτονίες και επιδημίες. Σε άλλες κοινωνίες, υπήρξε συστηματική παιδοκτονία. Ίσως αν υπήρχε μια σύγχρονη επιστροφή στην κοινωνία του στάτους του μεσαίωνα, ο υποχρεωτικός έλεγχος γεννήσεων να ήταν ο κανόνας (μια πρόβλεψη που δεν μπορεί να αποκλειστεί για το μέλλον). Όμως, στην Ευρώπη προ του καπιταλισμού, το πληθυσμιακό πρόβλημα ήταν το πρόβλημα ενός συνεχώς αυξανόμενου αριθμού ανθρώπων που δεν είχαν καμία απασχόληση και δεν είχαν που να πάνε ή να μείνουν, οι οποίοι, συνεπώς, έπρεπε να γίνουν ζητιάνοι ή κλέφτες.


Καταμερισμός της εργασίας και εξειδίκευση

Οι υποστηρικτές της θεωρίας της σύγχρονης «αλλοτρίωσης» δεν προσφέρουν καμία συλλογιστική για να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς τους, οι οποίοι είναι συνεπώς δογματικοί μύθοι. Βεβαίως, δεν είναι αυτονόητο ότι ο χειρώνακτας τεχνίτης, ή ακόμα καλύτερα, ο πρωτόγονος άνθρωπος που παρήγαγε όσα κατανάλωνε, ήταν κατά κάποιο τρόπο πιο ευτυχισμένος ή «πιο ολοκληρωμένος» ως αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας. Αν και αυτό το άρθρο δεν αποτελεί ψυχολογική πραγματεία, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ίσως αυτό που δίνει στον εργαζόμενο την αίσθηση της σημαντικότητας, είναι η συμμετοχή του σε αυτό που η Isabel Paterson αποκαλεί «κύκλωμα παραγωγής». Στον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς μπορεί, φυσικά, να συμμετέχει σε αυτό το κύκλωμα με πολλούς περισσότερους και ποικίλους τρόπους, από όσους μπορούσε στην πιο πρωτόγονη μεσαιωνική κοινωνία.
Επιπλέον, η μεσαιωνική κοινωνία του κληρονομικού στάτους, επέφερε μια τραγική απώλεια δυνητικών δεξιοτήτων για τον κάθε εργαζόμενο. Δεν υπάρχει, εξάλλου, κανένας λόγος για τον οποίο ο γιος ενός ξυλουργού θα πρέπει οπωσδήποτε να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα ή να ειδικεύεται στην ξυλουργική. Στην μεσαιωνική κοινωνία του κληρονομικού στάτους, τον περίμενε μόνο μια μουντή ζωή ξυλουργικής τέχνης, ανεξάρτητα από τις επιθυμίες του. Στην ελεύθερη αγορά, την καπιταλιστική κοινωνία, αν και βεβαίως δεν είναι εγγυημένο ότι θα μπορέσει να στεριώσει σε οποιαδήποτε γραμμή εργασίας επιθυμεί να επιδιώξει, οι ευκαιρίες του να κάνει μια δουλειά που του αρέσει πραγματικά είναι ανυπολόγιστα, σχεδόν άπειρα, διευρυμένες.
Καθώς ο καταμερισμός του εργατικού δυναμικού επεκτείνεται, υπάρχουν όλο και περισσότερες ποικιλίες εξειδικευμένων επαγγελμάτων στις οποίες μπορεί να συμμετάσχει, αντί να χρειάζεται να είναι ικανοποιημένος μόνο με τις πιο πρωτόγονες δεξιότητες. Και στην ελεύθερη καπιταλιστική κοινωνία, είναι ελεύθερος να δοκιμάσει αυτούς τους στόχους, ελεύθερος να μετακινηθεί σε οποιαδήποτε περιοχή του αρέσει περισσότερο. Δεν είχε καμία ελευθερία και καμία ευκαιρία στη δήθεν ευτυχισμένη μεσαιωνική κοινωνία του στάτους. Ακριβώς όπως ο ελεύθερος καπιταλισμός επέκτεινε θεαματικά την ποσότητα  και την ποικιλία των καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών που είναι διαθέσιμα στην ανθρωπότητα, έτσι επέκτεινε θεαματικά τον αριθμό και την ποικιλία των θέσεων εργασίας και των δεξιοτήτων που μπορούν να αναπτύξουν οι άνθρωποι.

Επιστροφή στη δουλική εξαθλίωση για πραγματική… ευτυχία

Ο θόρυβος που προκαλούν οι θαυμαστές του μεσαίωνα για την «αλλοτρίωση» είναι, στην πραγματικότητα, κάτι περισσότερο από ένας εκθειασμός του μεσαιωνικού χειρώνακτα τεχνίτη. Εξάλλου αυτός αγόραζε το φαγητό του από την κοντινή του γη. Είναι στην πραγματικότητα μια επίθεση σε ολόκληρη την έννοια του καταμερισμού της εργασίας και μια αποθέωση της πρωτόγονης εποχής της αυτάρκειας. Η επιστροφή σε τέτοιες συνθήκες θα σήμαινε απλά την εξάλειψη του μεγαλύτερου μέρους του σημερινού πληθυσμού και την πλήρη εξαθλίωση του εναπομείναντος. Γιατί, εντούτοις, η «ευτυχία» θα αυξηθεί με κάτι τέτοιο, παραμένει ένα μυστήριο που θα πρέπει να εξηγήσουν οι μυθομανείς θαυμαστές των «παλιών καλών ημερών» της μεσαιωνικής κοινωνίας.
Υπάρχει όμως μια τελική συλλογιστική, που καταδεικνύει ότι η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δεν πιστεύει ότι χρειάζονται πρωτόγονες συνθήκες και η δουλική αίσθηση του «ανήκειν» για να τους κάνουν ευτυχισμένους. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα, σε μια ελεύθερη κοινωνία, που να αποτρέπει όσους επιθυμούν να αποσυρθούν σε ξεχωριστές κοινότητες όπου θα ζουν πρωτόγονα, «ευτυχισμένοι» και «ανήκοντες». Κανείς δεν εξαναγκάζεται να ενταχθεί στον εξειδικευμένο καταμερισμό εργασίας. Όχι μόνο δεν εγκατέλειψαν τη σύγχρονη κοινωνία για να επιστρέψουν σε μια «ευτυχισμένη», ολοκληρωμένη ζωή σταθερής φτώχειας, αλλά, οι ελάχιστοι εκείνοι διανοούμενοι που δημιούργησαν ουτοπικές κοινότητες του ενός ή του άλλου είδους κατά το δέκατο ένατο αιώνα, εγκατέλειψαν αυτές τις προσπάθειες πολύ γρήγορα.
Και ίσως οι πιο εμφανείς μη αποχωρούντες από την κοινωνία, είναι ακριβώς εκείνοι οι επικριτές που χρησιμοποιούν τις σύγχρονες «αποξενωμένες» μαζικές επικοινωνίες για να καταγγείλουν τη σύγχρονη κοινωνία. Όπως υποδείξαμε ήδη, μια ελεύθερη κοινωνία επιτρέπει σε όποιον θέλει να υποδουλωθεί σε άλλους, να το πράξει. Αλλά αν αυτοί έχουν ψυχολογική ανάγκη της δουλικής «αίσθησης του ανήκειν», γιατί θα πρέπει να εξαναγκαστούν σε υποδούλωση και άλλοι άνθρωποι χωρίς ανάλογη ψυχική ανάγκη;
 

Απόσπασμα από το κεφάλαιο 6 του βιβλίου Power and Market του Murray N. Rothbard (1926-1995) 
Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής