Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

"No size fits all"

 Ως γνωστόν, οι φιλελέδες (αγγλιστί "liberals") σιχαίνονται τον πλουραλισμό και την αποκέντρωση στην λήψη αποφάσεων. Ονειρεύονται έναν πλανήτη με δυο-τρία συγκεντρωτικά υπερκράτη, όπου "πεφωτισμένες" γραφειοκρατίες και σοφοί "ειδικοί" θα αποφασίζουν για εμάς χωρίς εμάς. Αυτή την δυσανεξία τους προς την διαφορετικότητα και την πολυφωνία την απέδειξαν τον τελευταίο χρόνο με την πανδημία του κορωνοϊου, όταν καταριόνταν τον Ντόναλντ Τραμπ επειδή δεν επέβαλε πανεθνικό λοκντάουν στις ΗΠΑ κόντρα στο ίδιο το αμερικάνικο Σύνταγμα, όταν έγραφαν βαθυστόχαστα άρθρα για την ανάγκη κοινής πολιτικής των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση της πανδημίας, όταν εξαπέλυαν λυσσαλέες επιθέσεις κατά της Σουηδίας επειδή μόνη της σε όλη την Ευρώπη τόλμησε να μην υποκύψει στην ορθοδοξία των λοκντάουν.  



Ευτυχώς όμως, παρά τις επιθυμίες των φιλελεφτ ελιτ, ο πλανήτης μας δεν έχει εξελιχθεί ακόμη σε έναν συγκεντρωτικό Λεβιάθαν. Ευτυχώς, εαν κοιτάξεις έναν παγκόσμιο χάρτη, θα δεις εκατοντάδες διαφορετικά χρώματα και μια πανσπερμία εθνών-κρατών. Ευτυχώς, ο φεντεραλισμός στο εσωτερικό πολλών χωρών είναι ακόμη ζωντανός. Αυτές οι αποκεντρωμένες δομές ήταν που έδωσαν τη δυνατοτητα σε κάποιες χώρες και πολιτείες των ΗΠΑ (έστω λίγες) να ακολουθήσουν το δικό τους δρόμο και να εφαρμόσουν ένα διαφορετικό μίγμα πολιτικής. Έτσι σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας τα στοιχεία από τα κράτη αυτά, μπορούμε να συγκρίνουμε τις επιδόσεις τους με τις επιδόσεις των χωρών που επέβαλαν καραντίνα και να δείξουμε με πειστικά επιχειρήματα ότι τα αυταρχικά λοκντάουν δεν δουλεύουν, ότι καταστρέφουν την οικονομία και επιπλέον δεν περιορίζουν την πανδημία. Αν είχε επικρατήσει ο μονολιθικός δρόμος των φιλελέδων, αν όλη η Ευρώπη, όλος ο πλανήτης ακολουθούσε την ίδια "one size fits all" πολιτική, σήμερα θα χάφταμε ακόμη το παραμύθι πως τα λοκντάουν είναι ευλογία και μονόδρομος, αφού δεν θα μπορουσαμε να συγκρίνουμε τις διαφορετικές πολιτικές και προσεγγίσεις των κρατών. 


Γι' αυτό και οι φιλελέδες φοβόνταν τόσο πολύ, από την αρχή της πανδημίας, την αποκεντρωμένη λήψη αποφάσεων, γι' αυτό έκαναν τέτοιο πόλεμο εναντίον των χωρών εκείνων που ακολουθούσαν έναν διαφορετικό δρόμο : ήξεραν από την αρχή πως η ύπαρξη εναλλακτικών παραδειγμάτων θα μπορούσε να αποκαλύψει την γύμνια και την αποτυχία των λοκντάουν, που με τόσο πάθος στήριξαν για να πετύχουν τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς που ελάχιστη σχέση είχαν με την πανδημία. Δυστυχώς γι'αυτούς και ευτυχώς για μας, ο αποκεντρωμένος κόσμος μας, η ύπαρξη πολλών εθνών-κρατών, μας δίνει ακόμη ελπίδες ότι μπορούμε να διατηρήσουμε τις ελευθερίες μας.


Πηγή

Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

Διαχείριση πανδημιών σε μια ακρατική, αναρχοκαπιταλιστική κοινωνία

 



Με τον κορωνοϊό να εξαπλώνεται, οι Κυβερνήτες σε όλες τις Πολιτείες των ΗΠΑ ψάχνουν στις κυβερνητικές εργαλειοθήκες τους – στα σεντούκια που κρύβεται ο θησαυρός τόσο της υποτιθέμενης νόμιμης εξουσίας τους, όσο κι εκείνης που έχουν σφετεριστεί - επιχειρώντας να σταματήσουν την εξάπλωση του ιού. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρότεινε την τήρηση κοινωνικών αποστάσεων και την καραντίνα, ενώ οι Πολιτείες απλώς επέβαλαν υποχρεωτικά διατάγματα. Κάποιοι διατείνονται ότι η παρέμβαση του κράτους είναι μια αναγκαιότητα, και ότι η ελεύθερη αγορά δεν θα μπορούσε να επιτύχει την εφαρμογή αυτών των μέτρων. Αυτό θέτει το ερώτημα εάν τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να προκύψουν σε μια ακρατική (αναρχοκαπιταλιστική) κοινωνία . Παρ’ όλο που τα μέτρα που παρατηρούμε στην παρούσα κρίση επιβάλλονται πράγματι από τον κρατικό βραχίονα, ορισμένοι παράγοντες της αγοράς θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τις ίδιες συνθήκες καραντίνας, αν και ίσως όχι στον ίδιο βαθμό. Να ξεκαθαρίσω ότι τίποτε από όσα γράφονται εδώ δεν έχει σκοπό να εκφέρει μια αξιολογική κρίση για την αποτελεσματικότητα των καραντινων, παρά μόνο ότι θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και χωρίς την ύπαρξη κράτους .


Κατ 'αρχάς, ας ορίσουμε τι σημαίνει «ακρατική κοινωνία». Με μια ευρεία έννοια, είναι μια κοινωνία που στερείται μιας κυβέρνησης με ένα μονοπώλιο στα μέσα εξαναγκασμού. Μια λειτουργική ακρατική κοινωνία θα στηρίζεται στα συμβολαιϊκά δικαιώματα ιδιοκτησίας. Ελλείψει του κράτους, πολλά άτομα θα επέλεγαν να ζουν σε συμβολαιϊκές κοινότητες με κανόνες. Σε μια τέτοια συνθήκη, παράγοντες της αγοράς όπως οι ιδιωτικοί οργανισμοί ασφάλειας θα διατηρούσαν την τάξη μέσω της προστασίας των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Οι αναμφισβήτητα χρήσιμες πτυχές μιας διακυβέρνησης θα μπορούσαν εύκολα να διεκπεραιωθούν από παράγοντες της αγοράς που επιδιώκουν το κέρδος, και ως εκ τούτου αγωνίζονται για να παρέχουν το καλύτερο στους καταναλωτές.


Εάν υπήρχε μια θανατηφόρος απειλή, όπως μια πανδημία, οι κάτοικοι αυτών των κοινοτήτων, που θα βασίζονταν στα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, θα ήταν απίθανο να επιτρέψουν την ελεύθερη είσοδο -εάν δεν την είχαν ήδη απαγορεύσει. Σε περίπτωση πανδημίας, το κίνητρο για τον περιορισμό της εισόδου, είτε στην ιδιοκτησία των κατοίκων, είτε στις συμβολαιϊκές κοινότητες, θα ήταν αρκετά μεγάλο, πράγμα που θα οδηγούσε ουσιαστικά σε μια αυτο-επιβαλλόμενη καραντίνα για την κοινότητα.


Αν και τα άτομα δεν θα βρίσκονταν πάντα και ανά πάσα στιγμή εντός της δικής τους περιουσίας, κάθε ιδιοκτησία θα είχε έναν ιδιοκτήτη και οι ιδιοκτήτες θα πιέζονταν να προστατεύσουν όσους θα βρίσκονταν εντός της οικίας ή του καταστήματός τους. Αυτό συμβαίνει και σήμερα αναφορικά με τους ιδιόκτητους χώρους. Στην παρούσα κρίση, τα γηροκομεία, που στεγάζουν τα πιο ευάλωτα στον ιό άτομα, είχαν ήδη λάβει προφυλάξεις και περιόριζαν την είσοδο πριν από την ανάληψη πρωτοβουλίας από το κράτος. Ορισμένοι έμποροι λιανικής στις Ηνωμένες Πολιτείες εφαρμόζουν προληπτικά μέτρα για την καλύτερη δυνατή προστασία των πελατών τους, όπως ο πειραματισμός με διαδρόμους μίας μόνο κατεύθυνσης, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος να διασταυρωθούν οι πελάτες και να μεταδώσουν την ασθένεια ο ένας στον άλλο. Οι πιο ακραίες περιπτώσεις περιλαμβάνουν τον περιορισμό του αριθμού των πελατών στα καταστήματα. Στο ανταγωνιστικό πεδίο της ελεύθερης αγοράς, οι παραγωγοί έχουν ένα έντονο κίνητρο να προσελκύσουν αγοραστές, και σε μια πανδημία, τέτοια προληπτικά μέτρα θα καθησύχαζαν το θορυβημένο αγοραστικό κοινό. Προφανώς, δεν λαμβάνουν εθελοντικά μέτρα όλα τα καταστήματα λιανικής για να σταματήσουν την εξάπλωση του ιού, και οι ίδιοι λιανοπωλητές πιθανότατα δεν θα το έκαναν εν απουσία του κράτους. Ωστόσο, ανάλογα και με το βαθμό υστερίας των μαζών, εκείνοι που θα λάμβαναν κάποιες προφυλάξεις θα φαινόταν πιο ελκυστικοί στα μάτια των καταναλωτών. Εάν υπήρχε μια έντονη ζήτηση από τους καταναλωτές για προστασία από την ασθένεια κατά τη διάρκεια των αγορών τους, θα υπήρχε κι ένα ισχυρό κίνητρο κέρδους για τους λιανοπωλητές ώστε να υιοθετήσουν τέτοια πρωτόκολλα.


Οι εταιρείες που ειδικεύονται στην προστασία ατόμων και της περιουσίας τους θα λάμβαναν επίσης μέτρα για να σταματήσουν τη διάδοση ενός ιού. Σήμερα, οι εταιρείες των οποίων ο μοναδικός σκοπός είναι να μετριάσουν τις απώλειες είναι οι ασφαλιστικοί πάροχοι, και χωρίς ένα κράτος ο ρόλος τους θα γινόταν πιο καίριος. Όχι μόνο θα έπρεπε να καταβάλλουν αποζημιώσεις για τις πιθανές απώλειες, αλλά θα είχαν ένα ισχυρό κίνητρο να τις αποτρέψουν εξ αρχής. Μια πανδημία σχετίζεται με την ασθένεια, και οι εταιρείες ασφάλισης υγείας θα ήταν οι πιο πιθανές στο να επηρεαστούν. Προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους και να ελαχιστοποιήσουν τις ζημίες τους, αυτές οι εταιρείες θα έπαιρναν όσο το δυνατόν περισσότερα προληπτικά μέτρα για να αποτρέψουν την εξάπλωση μιας ασθένειας. Δεδομένου ότι τέτοιες εταιρείες λειτουργούν βάσει συμβολαίων με τους πελάτες τους, δεν θα μπορούσαν απλώς να αυξήσουν τα ασφάλιστρά τους ως αντίδραση στη μετάδοση της νόσου. Θα μπορούσαν, ωστόσο, να προσφέρουν χαμηλότερα ασφάλιστρα σε καινούργιους πελάτες που θα ήταν πρόθυμοι να μπουν σε καραντίνα, και υψηλότερα σε εκείνους που δεν θα ήταν πρόθυμοι. Οι εταιρείες θα μπορούσαν να δελεάσουν τους υπάρχοντες πελάτες με λιγότερο ακριβά εναλλακτικά σχέδια, ζητώντας τους μια αυτό-επιβαλλόμενη καραντίνα. Εάν οι πελάτες το επιθυμούσαν, οι εταιρείες θα μπορούσαν να αλλάξουν τα σχέδιά τους: θα λυόταν το παλιό συμβόλαιο και θα απαιτείτο η τήρηση καραντίνας.


Μπορεί να αντιταχθεί ότι αυτό το είδος συμβολαίου θα απαιτούσε έναν κρατικό, εξαναγκαστικό μηχανισμό επιτήρησης για την επιβολή του. Ωστόσο, αυτή η αντίρρηση είναι λανθασμένη και αγνοεί τη λειτουργία του προϋπάρχοντος status quo: η ασφάλιση συνοδεύεται από όρους. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος αγοράζει ασφάλιση για το σπίτι του και ότι ο ασφαλιστικός του πάροχος απαγορεύει ορισμένα αντικείμενα – τα τραμπολίνα, για παράδειγμα – στο σπίτι του, για λόγους αστικής ευθύνης, όπως είναι σύνηθες. Ο ασφαλιστικός πάροχος δεν θα πετούσε drone επιτήρησης αδιάκοπα πάνω από το σπίτι, αλλά αν εντοπιζόταν κάποιο τραμπολίνο υπό κανονικές συνθήκες, ο ιδιοκτήτης του ακινήτου θα παραβίαζε τη σύμβασή του και θα επωμιζόταν τις συνέπειες. Ομοίως, σε μια ακρατική κοινωνία, εάν ένας αγοραστής έχει συμφωνήσει σε έναν όρο για τήρηση καραντίνας και έχει αποδεχτεί τα φθηνότερα ασφάλιστρα, και στη συνέχεια αποφασίσει μια επιπόλαια βραδινή έξοδο στην πόλη, εάν πιαστεί, θα έχει παραβιάσει τη σύμβαση. Οι ασφαλιστικοί πάροχοι θα μπορούσαν θεωρητικά να παρακολουθούν αυτούς που παραβιάζουν την καραντίνα, δημιουργώντας για παράδειγμα ένα σύστημα αναφοράς από τις επιχειρήσεις λιγότερο άμεσης ανάγκης. Σε πιο ακραίες περιπτώσεις, ως μέρος της σύμβασης, οι εταιρείες θα μπορούσαν να ζητήσουν την άδεια για να παρακολουθήσουν τις κινήσεις του πελάτη σε κάποιο βαθμό. Σίγουρα, οι μέθοδοι των εταιρειών θα μπορούσαν να γίνουν εξαιρετικά επεμβατικές - αν όχι εθελοντική τυραννία. Ωστόσο, προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες, οι ανταγωνιζόμενες μεταξύ τους εταιρείες θα επιχειρούσαν να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση των πελατών τους με τα λιγότερο, κατά το δυνατόν, επεμβατικά μέσα.


Η ιδέα της καραντίνας που επιβάλλεται από την ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να εφαρμοστεί και στην παραγωγή. Επί του παρόντος, πολλοί παραγωγοί που επιδιώκουν να προσελκύσουν τους καλύτερους εργαζόμενους πληρώνουν ήδη την ασφάλιση υγείας των υπαλλήλων τους. Ο ασφαλιστικός πάροχος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις ίδιες τεχνικές - καθορίζοντας μέτρα καραντίνας σε νέα συμβόλαια ή προσφέροντας εναλλακτικές λύσεις σε μια καλύτερη τιμή - σε ιδιοκτήτες εταιρειών, με τη διαφορά ότι αυτό θα ίσχυε για τη λειτουργία της εταιρείας. Προκειμένου να διατηρηθεί το κόστος χαμηλά, θα ενθαρρύνονταν κάποια μέτρα κατά της νόσου, όπως η τηλε-εργασία των υπαλλήλων των οποίων οι εργασίες θα μπορούσαν να εκτελεστούν από το σπίτι. Η παραγωγή θα μπορούσε να αναδιαταχθεί για να υπάρξει περισσότερος χώρος ή / και περισσότερη απομόνωση, ώστε να αποφευχθεί η μετάδοση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιοι εργαζόμενοι ενδεχομένως να απολύονταν. Αν και οι μέθοδοι φαίνονται ανάλγητες, οι εργαζόμενοι δεν εργάζονται ειδικά για τις ασφαλιστικές τους παροχές αλλά για τους μισθούς τους, και είναι η εταιρεία, και όχι οι εργαζόμενοι, που εξασφαλίζει την κάλυψη. Είναι επίσης σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι ο στόχος μιας εταιρείας είναι να εξασφαλίσει το καλύτερο εργατικό δυναμικό, και ότι επομένως θα επιδιώξει να ελαχιστοποιήσει τις περικοπές εργασίας όσο το δυνατόν περισσότερο.


Μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι αυτές οι πολιτικές της αγοράς δεν θα ήταν τόσο βίαιες όσο εκείνες του κράτους. Κάποιοι μπορεί κάλλιστα να αποδεχτούν τους κινδύνους και να παραλείψουν την αγορά ασφαλιστικής κάλυψης. Αλλά σε αντίθεση με το κράτος, αυτοί οι παράγοντες της αγοράς επιδιώκουν το κέρδος επιλύοντας προβλήματα με τα, κατά το δυνατόν, αποτελεσματικότερα μέσα. Εάν οι καραντίνες αποτελούν ένα αποτελεσματικό μέτρο, θα προτιμηθούν και, εάν όχι, πιθανότατα θα απορριφθούν. Το πιο σημαντικό είναι ότι, στην αγορά, η εφαρμογή τους θα είναι εθελοντική και η αποτελεσματικότητά τους θα κρίνεται μέσα από τη διαδικασία της αγοράς, και όχι από το μονοπώλιο του κράτους.


Συνοψίζοντας, η παρούσα κρίση έχει επιφέρει νέους, κρατικά υπαγορευμένους κανονισμούς - διατάγματα παραμονής στο σπίτι, κοινωνικές αποστάσεις κ.λπ. Πολλοί επιμένουν ότι το να αναλάβει δράση το κράτος δεν είναι μόνο μια αναγκαιότητα, αλλά ότι το κράτος είναι ο μόνος ικανός οργανισμός για την εφαρμογή αυτών των μέτρων. Στην πραγματικότητα, απουσία του κράτους, διάφοροι παράγοντες της αγοράς θα μπορούσαν να εφαρμόσουν πολλά από αυτά τα πρωτόκολλα σε εθελοντική βάση, και στην ελεύθερη αγορά η χρησιμότητά τους θα κρινόταν, αντί να επιβάλλεται αναγκαστικά.


Isaac Deak


Δημοσιεύτηκε στις 23 Απριλίου 2020 από το Mises Institute

Επιμέλεια/διάθεση:Το Εξπρές του Διαδικτύου

Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Ο Ιησούς για την αναδιανομή του πλούτου: Τι είπε και τι δεν είπε

  



Τι είχε να πει ο Ιησούς προς υπεράσπιση του «κοινωνικού» κράτους ; Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Ιησούς μίλησε πολλές φορές για τους φτωχούς. Μίλησε για την Ημέρα της Κρίσης, όταν θα επιδοκίμαζε αυτούς που βοηθούν τους άλλους, ειδικά τους φτωχούς:

«Ήμουν πεινασμένος και μου έδωσες φαγητό, διψούσα και μου έδωσες κάτι για να πιω, ήμουν ξένος και με καλωσόρισες, ήμουν γυμνός και μου έδωσες ρούχα, ήμουν άρρωστος και με φρόντισες, ήμουν στη φυλακή και με επισκέφθηκες.» (Ματθ. 25: 34–35).

Καταδίκασε εκείνους που θα προσκαλούσαν στο δείπνο πλούσιους ή άλλους, που αργότερα θα μπορούσαν να ανταποδώσουν τη χάρη. Αντ' αυτού, συμβούλευσε, «όταν ετοιμάζετε ένα συμπόσιο, προσκαλέστε τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους χωλούς και τους τυφλούς» (Λουκάς 14:13). Είπε ότι ήταν πιο εύκολο για μια καμήλα να περάσει από το μάτι μιας βελόνας από ό,τι ένας πλούσιος να μπει στον παράδεισο (Ματθαίος 19:24).

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παραινέσεις του Ιησού να βοηθάμε τους φτωχούς χρησιμοποιήθηκαν ως επιχειρήματα για την αναδιανομή του πλούτου από τους πλούσιους στους φτωχούς. Θυμηθείτε την ιστορία του πλούσιου νεαρού κυβερνήτη:

Κάποιος κυβερνήτης τον ρώτησε κάποτε: «Καλέ μου δάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς του είπε: «Γιατί με αποκαλείς καλό; Κανείς δεν είναι καλός, παρά μόνον ο Θεός. Γνωρίζεις τις θεϊκές εντολές: «Ου μοιχεύσεις. Ου φονεύσεις. Ου κλέψεις. Ου ψευδομαρτυρήσεις. Τίμα τον πατέρα και τη μητέρα σου.» Εκείνος απάντησε, «τα έχω τηρήσει όλα αυτά από τα νεανικά μου χρόνια». Όταν ο Ιησούς τον άκουσε, του είπε: «Υπάρχει ακόμη ένα πράγμα που λείπει. Πούλησε ό,τι σου ανήκει και χάρισε τα χρήματα στους φτωχούς, και θα κληρονομήσεις τον παράδεισο. Μετά έλα κι ακολούθησέ με.» Όταν όμως άκουσε αυτή την απάντηση τον κατέλαβε η θλίψη, γιατί ήταν πολύ πλούσιος. Ο Ιησούς τον κοίταξε και είπε: «Πόσο δύσκολο είναι για εκείνους που έχουν πλούτο να εισέλθουν στη βασιλεία του Θεού! Πράγματι, είναι πιο εύκολο για μια καμήλα να περάσει από το μάτι μιας βελόνας από ό,τι ένας πλούσιος να εισέλθει στον παράδεισο.» (Λουκάς 18:18-25)

Μια άλλη φορά, ο Ιησούς περνούσε από την πόλη της Ιεριχούς, όταν συνάντησε έναν άλλο πλούσιο, που δεν είχε ανάγκη από την ίδια συμβουλή:

«Ένας άντρας ήταν εκεί, ονόματι Ζακχαίος. Ήταν ο αρχι-έφορος και ήταν πλούσιος. Προσπαθούσε να δει ποιος ήταν ο Ιησούς, αλλά λόγω του πλήθους δεν μπορούσε, επειδή είχε κοντό ανάστημα. Έτσι έτρεξε προς τα εμπρός και ανέβηκε σε ένα πλατάνι για να τον δει, γιατί επρόκειτο να περάσει από εκείνο το σημείο. Όταν ο Ιησούς ήρθε στο μέρος, κοίταξε ψηλά και του είπε: «Ζακχαίε, βιάσου να κατεβείς, γιατί πρέπει να μείνω στο σπίτι σου σήμερα.» Έτσι βιάστηκε, και τον καλωσόρισε με χαρά. Όλοι που το είδαν άρχισαν να γκρινιάζουν και έλεγαν, «Σκοπεύει να γίνει ο φιλοξενούμενος ενός αμαρτωλού». Ο Ζακχαίος στάθηκε εκεί και είπε στον Κύριο: «Κοίτα, τα μισά από τα υπάρχοντά μου, Κύριε, θα τα δώσω στους φτωχούς. Και αν έχω εξαπατήσει κάποιον, θα τον αποζημιώσω με τέσσερις φορές περισσότερα». Τότε ο Ιησούς του είπε: «Σήμερα η σωτηρία ήλθε σε αυτό το σπίτι, επειδή είναι κι αυτός γιος του Αβραάμ. Γιατί ο υιός του ανθρώπου ήρθε για να σώσει όσους έχουν χαθεί.» (Λουκάς 19:2-10)

Σκεφτείτε ότι ο Ιησούς είπε στον πρώτο πλούσιο: «Πούλησε ό,τι σου ανήκει και χάρισε τα χρήματα στους φτωχούς, και θα κληρονομήσεις τον παράδεισο. Μετά έλα κι ακολούθησέ με.»  Ο άνδρας στράφηκε από την άλλη μεριά δυστυχώς, «γιατί ήταν πολύ πλούσιος».

Στη συνέχεια, στο επόμενο κεφάλαιο, ένας διαφορετικός πλούσιος, ο Ζακχαίος, δήλωσε, «τα μισά από τα υπάρχοντά μου, Κύριε, θα τα δώσω στους φτωχούς» και υποσχέθηκε τετραπλή αποκατάσταση σε οποιονδήποτε είχε εξαπατήσει. Ο Ιησούς ήταν ευχαριστημένος με τον δεύτερο άντρα (ο οποίος πρόσφερε μόνο το ήμισυ αυτού που είχε ζητήσει ο Ιησούς από τον πρώτο άνθρωπο) Η διαφορά φαίνεται να βρίσκεται στους ίδιους τους άνδρες, και όχι στο πόσα έδωσαν στους φτωχούς.

Αναμφίβολα, αυτές οι αφηγήσεις του Ευαγγελίου αποκαλύπτουν τη συμπόνια του Ιησού για τους φτωχούς, αλλά φαίνεται επίσης να αφορούν λιγότερο τη βοήθεια προς τους φτωχούς, και περισσότερο τη σωτηρία των πλουσίων. Ο Ιησούς κοίταζε την προσωπική φιλανθρωπία και την καρδιά των πλουσίων. Σε αυτά τα περιστατικά, δεν προσπαθούσε να ταΐσει τους φτωχούς. Αν ήθελε να ταΐσει έναν φτωχό ή ακόμη και ένα πεινασμένο πλήθος, μπορούσε απλά να μετατρέψει μερικά καρβέλια ψωμί και ψάρια σε χιλιάδες. Πράγματι, το έκανε σε περισσότερες από μία περιπτώσεις (Ματθαίος 14: 13–21 · 15: 32–39).

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιησούς ποτέ δεν υπαινίχθηκε ότι κάποιος τρίτος, ή το κράτος, πρέπει να αναδιανείμουν δια της βίας τον πλούτο κάποιου πλούσιου. Στην μοναδική περίπτωση που ο Ιησούς είχε την ευκαιρία να συμβάλλει στην ίση διανομή του πλούτου, το αρνήθηκε αμέσως:

Κάποιος από το πλήθος του είπε, «Δάσκαλε, πες στον αδερφό μου να μοιραστεί την οικογενειακή κληρονομιά μαζί μου». Του αποκρίθηκε όμως: «Φίλε μου, ποιος με όρισε να γίνω δικαστής ή διαμεσολαβητής μεταξύ σας;» Και τους είπε: «Προσέξτε! Να είστε επιφυλακτικοί απέναντι σε κάθε είδους απληστία. γιατί η ζωή κάποιου δεν συνίσταται στην αφθονία των αποκτημάτων του.» (Λουκάς 12: 13–15).

Ο Ιησούς δεν έκανε ποτέ καν νύξη περί αναδιανομής. Αντ' αυτού, προειδοποίησε ενάντια στην απληστία, ενώ αρνήθηκε να παρέμβει σε ξένες υποθέσεις.

 

 

***

Ο Randy England είναι συγγραφέας, δικηγόρος ποινικού δικαίου και μέλος της Καθολικής Εκκλησίας του Αγίου Πέτρου στο Τζέφερσον Σίτι του Μιζούρι. Πρώην εισαγγελέας, είναι συχνός συμπαρουσιαστής της εκπομπής Freedom Feens στο Liberty Radio Network (LRN.FM) και συγγραφέας τριών βιβλίων, συμπεριλαμβανομένου του FREE IS BEAUTIFUL: Why Catholics Should be Libertarian. Διαχειρίζεται επίσης το blog Free is Beautiful. 


Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 20/1/2019 από το FEE.org 

Επιμέλεια/Διάθεση: Το Εξπρές του Διαδικτύου

Σάββατο 17 Απριλίου 2021

2020: Η χρονιά που οι λαϊκιστές δικαιώθηκαν και οι ειδήμονες έπεσαν έξω

 




Το 2020 ήταν μια παράξενη χρονιά. Μια χρονιά στην οποία θα αφιερωθούν περισσότερα βιβλία, ατεκμηρίωτα άρθρα και παραπληροφορημένες απόψεις από ό,τι για οποιοδήποτε άλλη χρονιά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Από την άλλη μεριά, στην εποχή μας όλοι έχουμε κάποια «μεγάφωνα» για να προωθήσουμε την άποψή μας - και πρόσβαση σε ιστολόγια, στο Twitter, σε newsletter, και στην υπερ-πληροφόρηση- έτσι ώστε η φετινή κατάχρηση στην κατανάλωση πληροφόρησης να μην μπορεί να θεωρηθεί επίτευγμα ακριβώς .


Κατά μία έννοια, η χρονιά αυτή ήταν ένα σημείο καμπής. Για δεκαετίες, οι τάξεις των δημοσιολογούντων - πολιτικοί, δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ακαδημαϊκοί - ελεεινολογούσαν τον «λαϊκισμό» ως πολιτική δύναμη. Αν και αμφιλεγόμενος σαν όρος, και όχι απολύτως σαφής ως προς το για ποιον πραγματικά ισχύει, χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον για τους πολιτικούς που ζητούν πράγματα με τα οποία ο χρήστης του όρου διαφωνεί έντονα. Μια πιο συγκεκριμένη περιγραφή του όρου περιλαμβάνει: α) έναν ισχυρισμό περί εκπροσώπησης των «πραγματικών ανθρώπων» αντί των ψεύτικων ελίτ που το κατεστημένο προστατεύει (αυτό είναι ένα συναίσθημα που μοιράζονται όλοι οι δημοκρατικά εκλεγμένοι αξιωματούχοι, και επομένως είναι λίγο-πολύ λαϊκιστές) και β) μια επιθυμία να δράσουμε πολύ γρήγορα για να λύσουμε αυτό που οι λαϊκιστές και οι «πραγματικοί άνθρωποι» βλέπουν ως άμεσο κίνδυνο.


Τα τελευταία είκοσι χρόνια περίπου αυτής της τρομοκρατημένης αγανάκτησης εναντίον των λαϊκιστών στη Δύση, αυτοί οι κίνδυνοι υπήρξαν κατά καιρούς η μετανάστευση, ο ανταγωνισμός από την Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ή οι τραπεζίτες, αλλά θα μπορούσε κατ 'αρχήν να είναι οτιδήποτε αφορά τους «λαούς», ένα πρόβλημα που οι σημερινοί ηγέτες αποφεύγουν να αντιμετωπίσουν.


Το 2020, αυτή η εξωτερική απειλή υπήρξε ένας ιός. Ένας ιός που αρχικά φάνηκε να είναι πολλές τάξεις μεγέθους πιο επικίνδυνος από άλλους ιούς του είδους του, αλλά μετά από μια πιο ενδελεχή εξέταση μοιάζει περισσότερο με μια εκδοχή των εποχιακών κρυολογημάτων και γριπών που συνήθως μας έκαναν να χασμουριόμαστε .


Αντί να ερευνήσουν, να συζητήσουν και να στοχαστούν - όπως προσποιούνται ότι κάνουν οι πολιτικοί του κατεστημένου τις τελευταίες δεκαετίες- οι ηγέτες του κόσμου ξαφνικά έβαλαν την 5η ταχύτητα και πάτησαν το γκάζι. Έκαναν αυτό που οι «λαϊκιστές» τους κατηγορούσαν ότι δεν έκαναν προηγουμένως, δηλαδή ανέλαβαν δράση. Πρέπει να κάνουμε κάτι, είναι το Σκεπτικό του Πολιτικού , και η επιβολή κάθε είδους επεμβατικών πολιτικών στον πληθυσμό είναι κάτι - επομένως πρέπει να γίνει!


Η πανδημία, γράφει ο The Economist σε ένα κορυφαίο άρθρο για την Χριστουγεννιάτικη έκδοσή του , «είναι αδιαπέραστη από την άρνηση των λαϊκιστών», οπότε ας ασχοληθούμε με τους επιλεγόμενους «αρνητές».


Όλοι κάνουν λάθος


Σε ένα δοκίμιο του London Review of Books από πέρυσι με τίτλο « Μπορούν να σκεφτούν οι φτωχοί; », ο Malcolm Bull σχολιάζει μερικές ντροπιαστικές αστοχίες των ειδημόνων του κατεστημένου τα τελευταία χρόνια:


«Έχει καταστεί σαφές ότι είναι κάλλιστα δυνατό οι ειδήμονες να πέσουν τελείως έξω για θέματα ουσιαστικής σημασίας: την παρουσία όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ πριν από τον Δεύτερο Πόλεμο του Κόλπου, την σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας πριν από το κραχ του 2008, την πιθανότητα να κερδίσει ο Τραμπ τις εκλογές στις ΗΠΑ. Γιατί λοιπόν να μην κάνουν επίσης λάθος για την κλιματική αλλαγή, για το πόσο θεμιτοί είναι οι εμβολιασμοί, και για τις συνέπειες του Brexit; Πρόκειται για εύλογες ερωτήσεις.»


Όποιος έχει διαβάσει Hayek, ή το The Tyranny of Experts, την κριτική του Bill Easterly το 2014 για τα οικονομικά της ανάπτυξης και τη βιομηχανία της οικονομικής βοήθειας σε αναπτυσσόμενες χώρες, δεν έχει καμία δυσκολία να καταλάβει το γιατί. Τα ανεπαρκώς δομημένα συστήματα επιλέγουν ειδικούς που δεν παίρνουν επαρκή ανατροφοδότηση από την πραγματικότητα, και που δεν χρειάζεται να επωμίζονται τις συνέπειες των ενεργειών τους.


Για λίγα χρόνια μετά την τελείως απρόσμενη (για τις ελίτ τουλάχιστον) νίκη του Trump και του Brexit, οι τάξεις των δημοσιολογούντων έπεσαν με το μούτρα στο ζήτημα. Οι New York Times υποσχέθηκαν να εκφράζουν όλη την Αμερική και να συμπεριλάβουν μια ποικιλομορφία απόψεων - μια υπόσχεση που κράτησε για περίπου τρία χρόνια - και οι σικ συγγραφείς δεν σταματούσαν να γράφουν βιβλία για εκείνους που η παγκοσμιοποίηση άφησε πίσω . Η μετα-αλήθεια είχε διαποτίσει τον κόσμο, εξηγούσαν, και κανείς δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται πραγματικά για τα γεγονότα ή για τις απόχρωσεις οποιουδήποτε θέματος.


Έφτασε ο Μάρτιος του 2020 και οι ειδικοί έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου. Αυτός ο ιός σαν να ήταν ειδικά σχεδιασμένος για να μας κάνει κακό: « αυτός ο ιός αποτελούσε Το Άλλο, κάτι που νομιμοποιούσε μια εθνική έκτακτη ανάγκη που συμβαίνει μια φορά στα εκατό χρόνια, και που απαιτούσε να μπει ένα τέλος στον μέχρι τότε τρόπο ζωής μας » Τα ποσοστά θνησιμότητας παρουσιάστηκαν ως πολλές τάξεις μεγέθους υψηλότερα από των προηγούμενων κορονοϊών. Η ασυμπτωματική εξάπλωση ήταν παντού, οπότε θα έπρεπε να περιοριστούν στο σπίτι τους ακόμη και οι πιο υγιείς από εμάς. Οι μάσκες δεν λειτουργούν, αλλά διατάχτηκε η χρήση τους ούτως ή άλλως, κι εκείνοι οι εμπειρογνώμονες που τις απέρριψαν τέθηκαν στο περιθώριο από πολιτικούς που τους ενδιέφεραν περισσότερο οι συμβολισμοί, και που ήθελαν απεγνωσμένα να δράσουν .


Μόνο οι περιθωριοποιημένοι λαϊκιστές, οι Nigel Farage του κόσμου τούτου, ή οι παρανοϊκοί φιλελεύθεροι θα μπορούσαν ενδεχομένως να αντιταχθούν στην κατάχρηση εξουσίας των κρατών σε μια τόσο σημαντική στιγμή. Όλοι οι άλλοι ευθυγραμμίστηκαν και όλοι πανικοβληθήκαμε . Όταν οι πολιτικοί και οι επαγγελματίες της υγείας επέβαλαν όλους αυτούς τους συνεχώς μεταβαλλόμενους κανόνες, οι περισσότεροι κανονικοί άνθρωποι υπέθεσαν ότι υπήρχε κάτι σωστό σε αυτούς. Σίγουρα οι υπεύθυνοι δεν θα έδιναν εντολή σε κάτι τόσο δραστικό αν δεν λειτουργούσε, ή αν δεν ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν…σωστά;


Πόσο λίγα γνωρίζαμε για τη φρικτή φύση του κράτους - ή ίσως τα γνωρίζαμε αλλά πρόσκαιρα τα ξεχάσαμε.


Και οι δοκιμασίες μας γίνονταν ολοένα και χειρότερες, ενώ ο ιός έκανε τα δικά του , εντελώς ανεπηρέαστος από τα μέτρα που σκαρφίζονταν οι ειδικοί για να τον κατανικήσουν. Όσο περισσότερο διαρκούσε η παρωδία αυτή, τόσο περισσότερο οι άνθρωποι άρχισαν να αγνοούν τα μέτρα: οι Αμερικανοί ταξίδεψαν για την ημέρα των ευχαριστιών σχεδόν όπως κάθε χρόνο, παρά τα κηρύγματα των ηγετών τους εναντίον των μετακινήσεων. Οι κοινωνίες άρχισαν να παίζουν αυτό το παιχνίδι, όπου οι αρμόδιοι έκαναν στομφώδεις ομιλίες προτού παραβιάσουν κατόπιν τους ίδιους ακριβώς κανόνες που οι ίδιοι επέβαλαν. Κι εμείς οι υπόλοιποι παραβιάζαμε τους κανόνες, όποτε είχαμε την ευκαιρία: ξεχάστε τις μάσκες όταν κανείς δεν σας βλέπει, βγείτε έξω ακόμα και όταν δεν μας το επιτρέπουν, καλέστε φίλους στο σπίτι όταν κανείς δεν σας ελέγχει. Κάντε μια βόλτα στο πάρκο ή στην ύπαιθρο, ακόμη και όταν απαγορεύεται. Οργανώστε μαζικές διαμαρτυρίες εάν το αριστερό, «αφυπνιστικό» σας αίτημα θεωρείται αρκετά σημαντικό.


Αντιμέτωποι με συντριπτικά στοιχεία ενάντια στις πανδημικές τους πολιτικές, οι παράγοντες του κατεστημένου επέμειναν στο αφήγημά τους, παρερμηνεύοντας την πραγματικότητα καθώς τα περιστατικά και οι θάνατοι μειώθηκαν στα τέλη της άνοιξης και του καλοκαιριού - ένα αποτέλεσμα που φάνηκε να αποδεικνύει ότι οι δημόσιες εκστρατείες κατά του ιού λειτούργησαν. Μην δίνετε σημασία στο ότι οι επιδημιολογικές καμπύλες αντιστράφηκαν πριν αρχίσουν να «λειτουργούν» οι πολιτικές αυτές, και ότι αυτό δεν έγινε πιο γρήγορα στις πολιτείες που έσφιξαν περισσότερο τη θηλιά γύρω από το λαιμό των πολιτών.


Κατά βάθος, το 2020 μας δίδαξε ότι οι αρμόδιοι του κράτους δεν έχουν ιδέα τι κάνουν, ότι στην πραγματικότητα δεν ελέγχουν αυτό που προσποιούνται ότι ελέγχουν, και ότι τα μέτρα τους δεν είναι στοχευμένα, ούτε προσαρμόζονται, ώστε να σταματήσουν την εξάπλωση ενός ιού.


Η ψηφιακή δικαίωση


Ή πάρτε μια άλλη εφεύρεση που δεν επιβλήθηκε από τα πάνω προς τα κάτω, που χλευάστηκε ακριβώς από το κατεστημένο το οποίο επιδιώκει να ανατρέψει: το Bitcoin, το διαβόητο κρυπτονόμισμα, που οι «ειδικοί» οικονομολόγοι λατρεύουν να χλευάζουν . Οι αποδόσεις του φέτος , 380% πιο πάνω από το χαμηλό του Μαρτίου, 230% από την αρχή του έτους, έθεσαν την αξία του σε δολάρια μακράν πιο πάνω από τα «επίπεδα οικονομικής φούσκας», σύμφωνα με τους ειδήμονες το 2017. Ακριβώς όπως οι προγραμματιστές και τα μυστήρια τρένα και οι πιστοί οπαδοί του ισχυρίζονταν από την αρχή.


Ως νομισματική τεχνολογία, το bitcoin εξακολουθεί να πάσχει από τα ελαττώματα που εμείς, οι εκπαιδευμένοι στα μονεταριστικά οικονομικά, προσδώσαμε στο «σύστημα ηλεκτρονικών μετρητών peer-to-peer» που σχεδίασε ο Satoshi. Αλλά το αφήγημα μετατοπίστηκε σημαντικά το 2020, και οι θεσμοί της Wall Street και τα εταιρικά ταμεία έφτασαν να σπεύδουν ασθμαίνοντας για να αποκτήσουν ένα κομμάτι αυτής της μη επιδεχόμενης πληθωρισμό, και ανθεκτικής στις κρατικές απαγορεύσεις, τεχνολογίας. Ένα χαρτοφυλάκιο ενάντια στις τρελές κυβερνήσεις και τις κεντρικές τους τράπεζες, από τις οποίες ποτέ δεν είχαμε έλλειψη.


Η επιστροφή του Bitcoin φέτος ανταγωνίζεται μόνο την κούρσα της κατά 700% ανόδου των μετοχών της Tesla , ένα άλλο παραγνωρισμένο από τις ελίτ περιουσιακό στοιχείο που διαχειρίζεται ένας εκκεντρικός αουτσάιντερ και τροφοδοτείται από παθιασμένους ακολούθους. Είναι και αυτή μια ιστορία για ένα αουτσάιντερ, που οι μη ειδικοί πίστευαν έντονα σε κάτι, το οποίο οι εμπειρογνώμονες γελοιοποιούσαν συστηματικά , και που το 2020 φαίνεται να δικαίωσε με κάποια καθυστέρηση.


Εκείνο που ενώνει όλες αυτές τις ιστορίες είναι οι θριαμβευτικές νίκες που πέτυχαν οι παραγνωρισμένοι και ταπεινωμένοι. Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, στην τεχνολογία, και στην πολιτική, οι καταγέλαστοι «τρελοί» φαίνεται πως είχαν δίκιο από την αρχή - και οι ειδήμονες, το κατεστημένο και οι πολιτικοί αποδείχθηκαν περισσότεροι πλανημένοι κι από ό,τι θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Και όλα αυτά, συνοδευόμενα από έναν εξωτερικό εχθρό του οποίου η εμφάνιση στο προσκήνιο ξερίζωσε παλιές συμμαχίες και αποκάλυψε ενδόμυχες πεποιθήσεις.


Ίσως αυτές οι περιπτώσεις δικαίωσης να είναι βραχύβιες και να καταλήξουν σε δάκρυα. Ίσως η σύντομη δικαίωση των λαϊκιστών και των αουτσάιντερ να καταρρεύσει. Θα δούμε. Αλλά προς το παρόν, οι «α…καλά…» το’ χουν.


 


 


***


Ο Joakim Book είναι συγγραφέας, ερευνητής και συντάκτης για οτιδήποτε έχει σχέση με το χρήμα, τα χρηματοπιστωτικά, και την οικονομική ιστορία. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και υπήρξε επισκέπτης καθηγητής στο Αμερικανικό Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας το 2018 και το 2019.


Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στα: Financial Times, FT Alphaville, Neue Zürcher Zeitung, Svenska Dagbladet, Zero Hedge, The Property Chronicle και πολλά άλλα μέσα ενημέρωσης. Είναι τακτικός συνεργάτης και συνιδρυτής του σουηδικού ιστότοπου για την ελευθερία Cospaia.se, και αρθρογραφεί συχνά στα CapX , NotesOnLiberty και HumanProgress.org .


Πηγή:Το Εξπρές του Διαδικτύου

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Η εν δυνάμει πολιτική κληρονομιά του Τραμπ: 50 εκατομμύρια εχθροί του κράτους

 



Λοιπόν,  τελικά τον νίκησαν τον Ντόναλντ Τραμπ. Σίγουρα πάντως τους κατατρόμαξε. Απαιτήθηκε μια μαζική, πενταετής εκστρατεία υστερίας, φόβου και μίσους, ενορχηστρωμένης από όλες τις πτέρυγες της Κυρίαρχης Ελίτ, από την ευυπόληπτη δεξιά έως στην ακτιβιστική αριστερά. Η ειρωνεία, φυσικά, είναι ότι οι τελευταίες ενέργειες της προεδρίας του Τραμπ έδειξαν πόσο μικρή απειλή, ως άτομο, υπήρξε πραγματικά για το βαθιά διεφθαρμένο κράτος της Αμερικής. Ο Λιλ Γουέιν μπορεί να είναι ελεύθερος, αλλά προσωπικότητες όπως ο Τζούλιαν Ασάνζ, ο Έντουαρντ Σνόουντεν και ο Ρος Ουλμρίχτ δεν είναι. Η μεγάλη φούσκα της Fed (κεντρική τράπεζα) απλά διογκώθηκε μιας και η Wall Street τα πήγε περίφημα, ενώ οι Αμερικανοί εργαζόμενοι συνεχίζουν να «υφίστανται διακρίσεις»

Εάν οι ιστορικοί κοιτάξουν μόνο την πολιτική κληρονομιά της κυβέρνησης Τραμπ, ο αμφιλεγόμενος χαρακτήρας της θητείας του μπορεί να προκαλέσει σύγχυση. Ένας απολογισμός φορολογικών περικοπών, απορρύθμισης, άσκοπων δαπανών, μιας πολιτικής στη Μέση Ανατολή που εστίασε στον άξονα Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας, μιας μεταρρύθμισης της ποινικής δικαιοσύνης και της στελέχωσης του ομοσπονδιακού δικαστηρίου με συντηρητικούς δικαστές, μοιάζει θεωρητικά σταθερά ευθυγραμμισμένος με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα της σύγχρονης εποχής. Οι συμβιβασμοί σε θέματα όπλων, η αδυναμία αντικατάστασης του προγράμματος υγείας Obamacare - ή ακόμη και της απόρριψης των βασικών αρχών του . Οι εκκλήσεις του για μεγαλύτερα πακέτα τόνωσης, που θα οδηγούσαν ίσως ορισμένους να πιστεύουν ότι ήταν σχετικά μετριοπαθής για το τρέχον πολιτικό περιβάλλον.

Κοιτώντας πίσω στο χρόνο, η πιο ριζοσπαστική ενέργεια της διακυβέρνησης του Τραμπ μπορεί απλά να ήταν η υιοθέτηση του φεντεραλισμού, εν όψει του κορωνοϊού. Είτε αυτό προέκυψε από μια πραγματική πίστη στα όρια της ομοσπονδιακής εξουσίας στην πράξη, είτε από την επιθυμία να έχει την ευελιξία να κατηγορήσει τους κυβερνήτες εάν η αντίδραση μιας Πολιτείας κατέληγε αντιδημοφιλής, η προθυμία της κυβέρνησής του να επιτρέψει στις Πολιτείες να αναλάβουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον σχεδιασμό μιας πολιτικής αντιμετώπισης, επέτρεψε μια από τις μεγαλύτερες πρακτικές απεικονίσεις της σημασίας της πολιτικής αποκέντρωσης στην πρόσφατη αμερικανική ιστορία. Ο Τραμπ επέτρεψε στη Φλόριντα να είναι η Φλόριντα και στη Νέα Υόρκη να είναι η Νέα Υόρκη. Η δυνατότητα σύγκρισης της απόδοσης των Πολιτειών ήταν απαραίτητη σε μια εποχή που οι «υγειονομικοί εμπειρογνώμονες» είχαν εργαλειοποιηθεί για την υποστήριξη της τυραννίας του κορωνοϊού.

Όλα αυτά, ωστόσο, θα έχαναν το πραγματικό νόημα των τελευταίων τεσσάρων ετών. Η κληρονομιά του Τραμπ θα είναι εκείνη ενός πολιτικού ηγέτη ο οποίος -σε μια εποχή που η αμερικανική πολιτική ακόμα προσαρμοζόταν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο περιεχόμενο που δημιουργείται από τους ίδιους τους χρήστες- έσκυψε πάνω από την πόλωση της αμερικανικής πολιτικής, και όχι να εξυπηρετήσει την «εθνική ενότητα» μόνο στα λόγια. Ένας επικριτής του θα ισχυριζόταν ότι αυτό προήλθε από την ακόρεστη ανάγκη του Τραμπ να κανακεύει το εγώ του. Ένας υποστηρικτής του θα έβλεπε έναν άνθρωπο που κατάλαβε την ανάγκη να ευθυγραμμίσει εκ νέου την αμερικανική πολιτική - αλλά τα υποκείμενα κίνητρα είναι εκτός του θέματός μας.

Ο αντίκτυπος του Trump στην αμερικανική πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερο αντίκτυπο στο κράτος των ΗΠΑ από ό,τι η συνεργασία του με τον Mitch McConnell στον τομέα της Δικαιοσύνης.

Ένα πλήθος δημοσκοπήσεων δείχνει ότι καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ επιβιβάστηκε στο Marine One για να αποσυρθεί στο Mar-a-Lago, αυτό συνέβη με τους περισσότερους ψηφοφόρους του να πιστεύουν ότι εκείνος είναι ο νόμιμος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια δημοσκόπηση έδειξε ότι σχεδόν το 80% των Ρεπουμπλικάνων «δεν εμπιστεύονται τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020». Αν υπολογίσουμε ότι το 75% όλων των ψηφοφόρων του Τραμπ το 2020 υιοθετούν αυτήν την άποψη, αυτό μας δίνει περισσότερους από 50 εκατομμύρια Αμερικανούς που πιστεύουν ότι ζουν υπό το καθεστώς μιας παράνομης ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Αυτή η πραγματικότητα τρομάζει την πολιτική τάξη της Ουάσιγκτον περισσότερο από οτιδήποτε μπορούσε να κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την θητεία του στον Λευκό Οίκο.

Όπως επεσήμανε ο Murray Rothbard στην Ανατομία του Κράτους , «αυτό που φοβάται το Κράτος πάνω απ' όλα, φυσικά, είναι οποιαδήποτε θεμελιώδης απειλή για τη δική του εξουσία και τη δική του ύπαρξη.» Ένα ζωτικό κομμάτι της ύπαρξης του κράτους είναι η ικανότητά του να δικαιολογεί τις ενέργειές του με έναν μανδύα «νομιμοποίησης» - που στην εποχή της δημοκρατίας προέρχεται από την ιδέα περί «συγκατάθεσης των κυβερνωμένων».

Το αποτέλεσμα του να βλέπουν 50 και πλέον εκατομμύρια Αμερικανοί τον επόμενο Πρόεδρο ως απατεώνα που επιβάλλεται στον λαό, είναι μια ορκωμοσία που πραγματοποιήθηκε με την Ουάσιγκτον DC να μοιάζει με πολεμική ζώνη, περικυκλωμένη από στρατιώτες που το καθεστώς δεν τους εμπιστεύεται ούτε στο πώς θα χρησιμοποιήσουν τα πυρομαχικά τους.

Το μειονέκτημα του να ενεργεί το καθεστώς της Αμερικής από μια θέση φόβου είναι ότι, είναι πιθανό να εκδηλώσει ένα αδίστακτο ξέσπασμα, όπως κάνουν τα περισσότεροι βίαια αρπακτικά όταν νιώθουν να απειλούνται. Μετά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο, ο καθεστωτικός Τύπος εξύψωσε μια σειρά από «εμπειρογνώμονες της τρομοκρατίας», οι οποίοι ζήτησαν ρητά τα εργαλεία που δημιουργήθηκαν κατά τον πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία να στραφούν προς το εσωτερικό, για την αντιμετώπιση της αυξανόμενα «επαπειλούμενης εξέγερσης» του Τραμπ.

Όπως σημειώνει ο Glenn Greenwald , «Δεν χρειάζεται καμία αξιολόγηση του κινδύνου. Εκείνοι που ασκούν εξουσία το απαιτούν.»

Το καλό της υπόθεσης είναι ότι η μαζική ανάπτυξη των ομοσπονδιακών στρατιωτικών δυνάμεων εξαρτάται πάντα από το να γνωρίζει ο κόσμος ότι μια τέτοια εξουσία ασκείται για την προστασία του. Ως εκ τούτου, η δημοκρατία, αντί να είναι ο δημόσιος έλεγχος κατά της τυραννίας, συχνότερα υπήρξε ένα μέσο να δοθεί με ειρηνικό τρόπο η δυνατότητα σε αξιωματούχους να γλιτώσουν από καταχρήσεις εξουσίας, που οι ηγέτες ολοκληρωτικών καθεστώτων θα μπορούσαν να διαχειριστούν μόνο με ωμή βία.

Για να παραθέσω τον Rothbard:

«Όπως επεσήμανε εύστοχα ο Bertrand de Jouvenel, κατά τη διάρκεια των αιώνων οι άνθρωποι έχουν διαμορφώσει έννοιες σχεδιασμένες για να ελέγχουν και να περιορίζουν την άσκηση της κρατικής εξουσίας. Και το κράτος, χρησιμοποιώντας τους διανοούμενους συμμάχους του, μπόρεσε να μετατρέψει αυτές τις έννοιες, τη μία μετά την άλλη, σε πνευματικές σφραγίδες νομιμότητας και αρετής, προσαρτώντας τις στα διατάγματα και τις ενέργειές του. Αρχικά, στη Δυτική Ευρώπη, η έννοια της θεϊκής εξουσίας υποστήριζε ότι οι βασιλείς μπορούν να κυβερνούν μόνο σύμφωνα με τον θεϊκό νόμο. Οι βασιλείς μετέτρεψαν αυτή την ιδέα σε μια σφραγίδα θεϊκής έγκρισης για οποιαδήποτε ενέργειά τους. Η έννοια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ξεκίνησε ως ο λαϊκός έλεγχος της απόλυτης εξουσίας του μονάρχη. Κατέληξε με το κοινοβούλιο να είναι το ουσιαστικό τμήμα του Κράτους και με κάθε πράξη του να θεωρείται απολύτως νόμιμη.»

Ως εκ τούτου, ακόμη και αν οι επιθετικές ενέργειες της κυβέρνησης Μπάιντεν για να αντιμετωπιστεί το φάντασμα μιας εξέγερσης υποκινημένης από τον Τραμπ έχουν τη ρητή υποστήριξη των κατ’ όνομα Ρεπουμπλικανών ηγετών όπως ο Μιτς ΜακΚόννελ ή ο Κέβιν Μακάρθι, πώς θα μπορούσε να δει αυτές τις ενέργειες η Αμερική του «Make America Great Again» (MAGA); Εάν αναγκαζόταν να επιλέξει, κάποιος όπως ο Κυβερνήτης Ρον Ντεσάντις θα ευθυγραμμιζόταν με μια «δικομματική» προσπάθεια από τις ελίτ της Ουάσιγκτον, ή θα προτιμούσε να ηγηθεί της αντίστασης στην εποχή του Μπάιντεν; Ακόμα κι αν η αντίσταση σε μια κυβέρνηση του Μπάιντεν δεν είναι ιδεολογικά φιλελεύθερη ή ουσιωδώς «αντι-κρατική», μια ρητή απόρριψη της ομοσπονδιακής κυριαρχίας θα  ήταν ένα ζωτικό πρώτο βήμα προς  το είδος της πολιτικής αποκέντρωσης και της αυτοδιακυβέρνησης που τελικά απαιτείται για κάθε ειρηνική πολιτική τάξη.

Φυσικά, όλα αυτά προϋποθέτουν ότι η βάση των ακολούθων του Τραμπ θα παραμείνει πιστή - ή τουλάχιστον ότι θα παραμένει εχθρική προς το νέο καθεστώς. Εάν ο Μπάιντεν κυβερνήσει κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο έκανε την προεκλογική του εκστρατεία, παραμένοντας σε μεγάλο βαθμό μακριά από την κοινή θέα, και αποφεύγοντας να κάνει τολμηρές δηλώσεις και δεσμεύσεις με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ίσως το κοινό μπορέσει να ηρεμήσει και πάλι, και οι κομματικές διαιρέσεις να υποβαθμιστούν σε πολύ επιφανειακές διαφορές, όπως συνέβη άλλωστε για μεγάλο μέρος της σύγχρονης εποχής.

Εάν, ωστόσο, η διοίκηση Μπάιντεν κυβερνήσει περισσότερο όπως επιθυμεί ο καθεστωτικός Τύπος και το μπλε (ενν.Democrat) Twitter – διεξάγοντας πόλεμο για τους ρόλους των φύλων , δίνοντας προτεραιότητα σε ζητήματα των τρανσέξουαλ , πιέζοντας για οικονομικές πολιτικές που σκοτώνουν θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια μιας πανδημίαςενεργώντας μονομερώς στο ζήτημα της μετανάστευσης , ποινικοποιώντας την κατοχή όπλων , «σωφρονίζοντας» τους υποστηρικτές του Τραμπ , αντιμετωπίζοντας το MAGA όπως η Αλ Κάιντα , κ.λπ. - τότε οι διαφορές μεταξύ της Αμερικής του Τραμπ και της Αμερικής του Μπάιντεν δεν θα μπορέσουν παρά μόνο να εδραιωθούν. Και αυτή η ανάλυση δεν λαμβάνει καν υπόψη το τι θα συμβεί αν η Αμερική βιώσει τα δεινά μιας οικονομικής κρίσης.

Η κληρονομιά του Τραμπ δεν θα διαμορφωθεί από τις ενέργειές του - ούτε ακόμα και από το πώς τον απεικονίζουν οι εχθροί του. Τελικά, το θέμα είναι η βάση των υποστηρικτών του και το κίνημα που ενέπνευσε. Όπως σημείωσε ο Lew Rockwell σε μια πρόσφατη συνέντευξή του με τον Buck Johnson, «Οι υποστηρικτές του Τζέφερσον ήταν πολύ καλύτεροι από τον Τζέφερσον. Οι υποστηρικτές του Ταφτ ήταν πολύ καλύτεροι από τον Ρόμπερτ Τάφτ. Οι υποστηρικτές του Τραμπ τείνουν να είναι πολύ καλύτεροι από τον Τραμπ.»

Εάν ο σκεπτικισμός για τις εκλογές του 2020, τροφοδοτημένος από τις ενέργειες μιας νέας διοίκησης, πείσει επιτέλους τα 50 και πλέον εκατομμύρια υποστηρικτών του Τραμπ ότι οι βάρβαροι στο Beltway της Ουάσιγκτον δεν τους εκπροσωπούν, και αντιδράσουν αναλόγως, τότε η προεδρία του Τραμπ θα αποτελέσει - παρά τις δικές του ενέργειες - την αναταραχή που οι ελίτ της Αμερικής φοβήθηκαν πραγματικά.


Το άρθρο του Tho Bishop δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Mises Institute και μας διατέθηκε μεταφρασμένο από Το Εξπρές του Διαδικτύου